Η αποδοχή κληρονομίας
Αποδοχή κληρονομιάς είναι η δήλωση βούλησης του προσωρινώς κληρονόμου ότι επιθυμεί να γίνει οριστικός κληρονόμος του θανόντα.
Σύμφωνα με το άρθρο 1846 ΑΚ «ο
κληρονόμος αποκτά αυτοδικαίως την κληρονομιά μόλις γίνει η επαγωγή, με
την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 1198». Συνεπώς μόνο για την κτήση
της κυριότητας ακινήτου από κληρονομική διαδοχή απαιτείται η αποδοχή της
κληρονομίας να γίνει με δημόσιο έγγραφο και μεταγραφή αυτού του
εγγράφου. Αφού δε γίνει η μεταγραφή, θεωρείται ότι περιήλθε η κυριότητα
στον κληρονόμο από το θάνατο του κληρονομουμένου, ενόψει του ότι ο
κληρονόμος αποκτά αυτοδικαίως την κληρονομία μόλις γίνει η επαγωγή. Αυτό
δεν σημαίνει ότι ο κληρονόμος δεν αποκτά την κυριότητα επί των ακινήτων
της κληρονομιάς πριν τη μεταγραφή αλλά ότι η κτήση τελεί υπό τη νομική
αίρεση της μεταγραφής της αποδοχής κληρονομιάς.
Ακόμη, οι κληρονόμοι του θανόντα, είτε
εξ αδιαθέτου είτε από διαθήκη, αποκτούν την κληρονομιά αυτοδικαίως από
το θάνατο του κληρονομούμενου ανεξάρτητα από το εάν γνώριζαν την ύπαρξη
της κληρονομιάς, της διαθήκης ή ακόμα και το θάνατο του κληρονομούμενου.
Η αποδοχή της κληρονομιάς μπορεί να γίνει ρητά ή σιωπηρά ή ακόμα και πλασματικά.
Σιωπηρή αποδοχή κληρονομιάς υπάρχει όταν
η αποδοχή συνάγεται από τις πράξεις του κληρονομούμενου, όπως π.χ. από
την κατάθεση αίτησης για την έκδοση κληρονομητηρίου, δηλαδή του
πιστοποιητικού από το οποίο φαίνεται το κληρονομικό δικαίωμα και η
μερίδα που αναλογεί στον κάθε κληρονόμο.
Ρητή αποδοχή κληρονομιάς υπάρχει όταν ο
κληρονόμος κάνει δήλωση αποδοχής της κληρονομιάς με συμβολαιογραφικό
έγγραφο, δηλαδή στην περίπτωση που στην κληρονομιαία περιουσία
περιλαμβάνονται ακίνητα.
Πλασματική αποδοχή κληρονομιάς υπάρχει
όταν παρέλθει το χρονικό διάστημα των 4 μηνών από τότε που ο κληρονόμος
έμαθε την επαγωγή και το λόγο της, εντός του οποίου έχει το δικαίωμα να
αποποιηθεί την κληρονομιά και δεν το έκανε εν τέλει.
Προθεσμία για την αποδοχή κληρονομίας:
Ο νόμος δεν τάσσει προθεσμία για τη
δήλωση αποδοχής της κληρονομίας και τη μεταγραφή της. Αντίθετα,
προβλέπεται εξάμηνη (ένα έτος για κατοίκους εξωτερικού) προθεσμία εντός
της οποίας ο κληρονόμος έχει την υποχρέωση να υποβάλει δήλωση φόρου
κληρονομίας κατ’ άρθρο 62 Ν.Δ 118/1973, η οποία ξεκινάει από τη
δημοσίευση της διαθήκης, όταν υπάρχει διαθήκη, ή από το θάνατο του
κληρονομούμενου και την κτήση της ιδιότητας του προσωρινού κληρονόμου. Η
προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για τρείς (3) επιπλέον μήνες κατά τα
οριζόμενα στο άρθρο 64 του άνω Ν.Δ.
Η κυριότητα του κληρονόμου ή κληροδόχου ή
άλλο εμπράγματο δικαίωμα πάνω στα κληρονομικά ακίνητα αποκτάται, κατ’
εξαίρεση, αναδρομικά και μάλιστα κατά το χρόνο του θανάτου του
κληρονομουμένου (ΑΚ 1199).
Η κυριότητα που επάγεται από το χρόνο
της επαγωγής της κληρονομίας ή άλλο επίσης εμπράγματο δικαίωμα πάνω στα
κληρονομικά ακίνητα είναι προσωρινή και μετακλητή. Επομένως, εάν ο
κληρονόμος πεθάνει πριν ακόμη ο ίδιος προβεί στην αποδοχή της
κληρονομίας, το δικαίωμά του αυτό της αποδοχής, ως κληρονομητό,
μεταβαίνει στους κληρονόμους του, οι οποίοι συνεπώς μπορούν να
αποδεχτούν και την αρχική κληρονομία εκείνου, καθώς και να μεταγράψουν
την αποδοχή αυτή, με την προϋπόθεση ότι ο κληρονομούμενος δεν είχε
προβεί στη ζωή σε εμπρόθεσμη και νομότυπη δήλωση της ίδιας κληρονομίας.
Έννοια και νομική φύση της αποδοχής κληρονομίας.
Το δικαίωμα που δίνεται στον κληρονόμο
να αποδεχτεί ή να αποποιηθεί την κληρονομία είναι δικαίωμα διαπλαστικό,
καθώς ο κληρονόμος έχει την εξουσία να επιφέρει μονομερώς και άμεσα
μεταβολή που συνίσταται σε κτήση, αλλοίωση ή κατάργηση δικαιώματος.
Ειδικότερα, ο κληρονόμος, με μόνη τη
δήλωση βούλησής του μπορεί να αποδεχτεί – και να αποκτήσει οριστικά- ή
να αποποιηθεί – και να απολέσει οριστικά- την κληρονομία.
Επομένως, η αποδοχής της κληρονομίας
είναι δήλωση βούλησης, αφού αποτελεί εξωτερική συμπεριφορά του ατόμου με
την οποία εκφράζει τη δικαιοπρακτική του βούληση, με σκοπό να την
καταστήσει γνωστή στους τρίτους. Η αποδοχή κατά τα παραπάνω λεχθέντα
μπορεί να είναι ρητή ή και σιωπηρή.
Επιπλέον, η αποδοχή είναι άτυπη, καθώς ο
νόμος δεν τάσσει κανένα τύπο που θα πρέπει να τηρηθεί (εξ αντιδιαστολής
και με το ΑΚ 1848, που αφορά την αποποίηση).
Επομένως η αποδοχή κληρονομίας είναι
μονομερής δικαιοπραξία, άτυπη, μη απευθυντέα, αμετάκλητη όπως ορίζεται
στο ΑΚ 1857 και ανεπίδεκτη αιρέσεως ή προθεσμίας, όπως προβλέπεται στο
ΑΚ 1851.
Εφόσον πρόκειται για δικαιοπραξία
(επιχείρημα αντλούμενο και από την ΑΚ 1857 παρ.2), τυγχάνουν εφαρμογής
οι γενικές διατάξεις των δικαιοπραξιών (ήτοι πρέπει να συντρέχει
δικαιοπρακτική ικανότητα στο πρόσωπο του αποδεχόμενου, να μην υπάρχει
πλάνη κ.ο.κ).
Ημερομηνία δημοσίευσης: 19/03/2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου